Το Γυμναστήριο ήταν ο τόπος με μορφοπλαστική και παιδαγωγική δραστηριότητα, αποτελούσε πρωτίστως τόπος προετοιμασίας των Εφήβων για την επιτυχή εισοδό τους στην πολιτική και στρατιωτική ζωή. Ήταν εκείνο το μέρος στο οποίο ασκούνταν και καλλιεργούνταν οι Ελληνικές Αρετές που μετάτρεπαν τους κατόχους τους σε ισορροπημένα άτομα καταστέλοντας τα πάθη και τα διαβρωτικά για την συνοχή του Άστεως ζωώδη ένστικτα. Αποκλειστικά δημιουργημένα για άρρενες χρήστες τόσο οι νέοι όσο και οι γηραιότεροι ασκούνταν στον δρόμο της Αρετής βελτιώνοντας τόσο το σώμα όσο και το πνεύμα με άσκηση και ανέπτυσσαν ισχυρούς φιλικούς και κοινωνικούς δεσμούς. Η συμμετοχή των νέων στον θεσμό αυτό θεωρούνταν ως ένα υποχρεωτικό στάδιο της γενικότερης εκπαίδευσης τους. Από μία άλλη ερμηνευτική σκοπιά ο θεσμός αυτός μπορεί να θεωρηθεί ως ένας μηχανισμός ανάσχεσης και χαλιναγώγησης της πάντα παρούσας ενεργητικής και φιλοπόλεμης διάθεσης των Ελλήνων των οποίων η περίσσεια ενεργητικότητα πάντα αποτελούσε εν δυνάμει απειλή για τις κοινωνίες τους. Με τον τρόπο αυτό διαμέσου της άσκησης η ζωτική ενέργεια διοχετεύονταν εντέχνως και καταναλώνονταν ευεργετικά στο τομέα της ψυχικής, πμευματικής και σωματικής καλλιέργειας.
Πάμπολλες είναι οι σωζόμενες μαρτυρίες για ύπαρξη Γυμνασίων σε όλες τις Ελληνικές πόλεις από τον 6ο π.Χ αιώνα μέχρι το τέλος της Αρχαιότητας. Όταν ο μιγάς φιλόσοφος Ανάχαρσις επισκέφτηκε την Αθήνα τον 6ο π.Χ αιώνα έμεινε εντυπωσιασμένος από την δραστηριότητα των Γυμνασίων ( Diod. v. 15. 2; cf, iv. 30. 1), o Aelius Arististides κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους περιγράφει τις ανθηρές πόλεις των Αθηνών γεμάτες με Γυμνάσια, σιντριβάνια, Ναούς, μαγαζιά και σχολεία (Aristides Or. xiv, p, 364 (Dirrdorf): xxvi.97), ο Ψεύδο-Αριστοτέλης μεταξύ των άλλων δημόσιων κτηρίων αναφέρει και Γυμνάσιο στην πόλη του Βυζαντίου ( Ps.-Aristot. Oecon. ii. 2. 3 (1346 b 18), ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος Ά ανοικοδόμησε Γυμνάσια δίπλα στον ποταμό Anapus (Diod. xv.13.5), o Πλούταρχος αναφέρεται στα θέατρα και γυμνάσια των Ελληνικών πόλεων (Plut. Adv. Colot.31 (1135 D-E). Τα Γυμνάσια εκτός από χώροι αθλήσεως ήταν μέρος για έντονη πνευματική δραστηριότητα, για στρατιωτικές χρήσεις, για διασκέδαση και περιστασιακά για ακροάσεις.
Οι Σοφιστές του 5ου αιώνα στα πλαίσια του μηδενιστικού συσχετισμού ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν τα Γυμνάσια των Αθηνών ως τόπους διδασκαλίας των «αντι-κλασσικών» θεωριών τους μιας και στα μέρη αυτά συγκεντρώνονταν καθημερινά ο ανθός της Αθηναϊκής κοινωνίας και ήταν εύκολο για αυτούς να βρούν διψασμένους για νέα γνώση ακροατές . Το έργο του Πρωταγόρα «Περί Θεών» προωθούνταν από τους μαθητές του στο Λύκειο των Αθηνών (Diog. Laert. ix. 54.), ο Σωκράτης ήταν ένας από τους συχνούς θαμώνες των Αθηναϊκών Γυμνασίων (Epictetus iv. 4. 21), ο Πρόδικος ο Κέας εκδιώχθηκε από τον Λύκειο από τον γυμνασίαρχο γιατί με τις θεωρίες του διέβρωνε, στους Πλατωνικούς διάλογους (Λυσίας) ο Σωκράτης φαίνεται να πηγαίνει από το Λύκειο στο Γυμνάσιο των Κυνοσάργων. Δεν είναι τυχαίο πως τα τρία Γυμνάσια των Αθηνών έγιναν έδρες φιλοσοφικών σχολών, ο Πλάτωνας θα κάνει έδρα του το Γυμνάσιο της Ακαδημίας, ο Αριστοτέλης μετά την επιστροφή του στην Αθήνα θα ιδρύσει το γυμνάσιο του Λυκείου (Diog. Laert. v. 2 & 10 ). O Αντισθένης με την σειρά του θα εγκαταστήσει την Κυνική σχολή του στο τρίτο Γυμνάσιο των Αθηνών των Κυνοσάργων (Diog. Laert. vi. 13). Εκτός της φιλοσοφικής πρωτεύουσας των Αθηνών διάφοροι φιλόσοφοι θα φιλοξενηθούν κατά καιρούς σε άλλα Γυμνάσια της Ελλάδος και του Ελληνιστικού κόσμου. Ο Βόμβος ο Αλεξανδρεύς έδωσε σειρά διαλέξεων στο Γυμνάσιο της Λάρισας, ο Διονύσιος ο Αθηναίος τον 1ο π.Χ αιώνα έδινε ακροάσεις στο Γυμνάσιο της Ερέτριας, ο καθηγητής φιλοσοφίας Μένανδρος ο Ακαρνάνας δίδασκε στο Γυμνάσιο των Δελφών. Στο ίδιο τόπο δίδασκε και ο Ρωμαίος ρήτορας Decimus Junius ενώ o Vitruvius θα περιγράψει το τυπικό Ελληνικό Γυμνάσιο ως γεμάτο μαθητές, καθηγητές, εξέδρες και καθίσματα (Vitruv.v.ii). Ο Κικέρων θα σπουδάσει στην Αθήνα το έτος 79 π.Χ παρακολουθώντας τις ακροάσεις του Αντίοχου στο Γυμνάσιο του Πτολεμαίου (Cic.De fin.v.1.1) ενώ οι Έφηβοι των Αθηνών το 123/2 π.Χ θα τιμηθούν με ετήσιο βραβείο λόγω του ζήλου που επέδειξαν στα μαθήματα του Ζηνόδοτου στα κτήρια του Λυκείου, της Ακαδημίας κλπ. Η άνθηση του Ελληνικού γυμνασίου στα Ελληνιστικά χρόνια ήταν μεγάλη, έγινε ένας τόπος όπου σωματική και πνευματική ανάπτυξη συνυπήρχαν αρμονικά. Περαιτέρω, το Γυμνάσιο στην Ανατολή λειτουργούσε και ως ένας ακαταμάχητος πόλος έλξης για μη Έλληνες λειτουργώντας ως μέσο εξοικείωσης των βαρβάρων με τον Ελληνικό πολιτισμό. Δεν είναι τυχαία τα παράπονα των παραδοσιακών Εβραίων όταν έβλεπαν τα παιδιά τους να παραμελούν τις Εβραϊκές θρησκευτικές συνήθειες και να γεμίζουν τα Γυμνάσια των Ελλήνων. Στα Ελληνιστικά Γυμνάσια οι αρχιτέκτονες πρόσθεσαν εξ’αρχής «ακροατήρια» π.χ σε Έφεσο και Πέργαμο και διάφορες βοηθητικές αίθουσες π.χ Βιβλιοθήκες, μορφολογικά χαρακτηριστικά που δεν το συναντάμε στην κλασσική περίοδο. Οι προσθήκες αυτές κρίθηκαν αναγκαίες λόγω της διεύρυνσης του παιδαγωγικού ρόλο των Γυμνασίων. Έτσι λοιπόν συναντούμε ξεχωριστές αίθουσες «επιδείξεων» π.χ για επιδεικτικά ορατόρια ή δημόσιες επαγγελίες Επών και «αποδείξεων» δηλ. αίθουσες εξετάσεων. Το Γυμνάσιο του Πτολεμαίου στην Αθήνα (275 π.Χ) διέθετε βιβλιοθήκη όπως και το Γυμνάσιο των Δελφών τρεις αιώνες αργότερα όταν κατασκευάστηκε μία από δωρεά του πλούσιου πολίτη Soclarus. Ύπαρξη Ωδείων μέσα στα Γυμνάσια αποτελούσε εξαίρεση όπως π.χ το Ρωμαϊκό Ωδείο στο Γυμνάσιο της Επιδαύρου.Tα κτήρια αυτά σποραδικά χρησιμοποιήθηκαν για στρατιωτικούς ή παραπλήσιους σκοπούς. Ο Αγησίλαος θα παροτρύνει με δώρα τους οπλίτες του να πλημμυρίσουν τα Γυμνάσια της Εφέσου το 396/5 π.Χ έτσι ώστε να διατηρηθεί το στρατιωτικό τους φρόνημα (Xen.Hell.iii.4.16 ff), στη Θήρα (100 π.Χ) το ντόπιο Γυμνάσιο θα αναστηλωθεί με δωρεές των στρατιωτών του Πτολεμαίου, o Iωάννης ο Χρυσόστομος τον τέταρτο αιώνα μ.Χ θα αναφέρει πως οι στρατηγοί πάνε στα Γυμνάσια με σκοπό να βελτιώσουν τις τακτικές τους (In Acta Apost.homil.xxix 3).Στα πλαίσια του Πελοποννησιακού πολέμου τα Γυμνάσια των Αθηνών μίας που βρίσκονταν έξω από τα τείχη της πόλης θα αποτελέσουν πεδίο εμπλοκής από τους αντιμαχόμενους και θα χρησιμοποιηθούν σποραδικά ως στρατόπεδα π.χ η χρήση της Ακαδημίας ως στρατόπεδο από τον Παυσανία το 405( Xen.Hell.11.2.8) ή πεδία συγκρούσεων. Επίσης, η ευχέρεια τους να δέχονται ταυτόχρονα χιλιάδες άτομα συγκεντρωμένου πλήθους θα τα κάνει ιδανικές παγίδες θανάτου για άτυχους αντιπάλους, για παράδειγμα η μαζική εκτέλεση των Συγκλητικών και αριστοκρατών από 3.000 μισθοφόρους που έλαβε χώρα στο Γυμνάσιο των Συρακουσών (Τιμολεώντειο) από τον τύραννο Αγαθοκλή το 317/6 (Diod.xix.6.4) η αν πιστέψουμε την μαρτυρία του Εβραίου ιστορικού Ιώσηππου ( 1ος μ.Χ αιώνας) ο θάνατος 10.500 Εβραίων στο Γυμνάσιο της Δαμασκού κατά την περίοδο των Ιουδαϊκών πολέμων. Στα Γυμνάσια επίσης λάμβαναν μέρος και δημόσιες γιορτές, όπως τα «Δημοθοίνια» στην πόλη Αιγίαλο της Αμοργού αλλά και ιδιωτικά γεύματα πλουσίων οι οποίοι συντηρούσαν πολυπληθείς πολυτελείς δεξιώσεις. Η χρήση τους έχει επιβεβαιωθεί και ως Δικαστήρια (Poly.b.xxxi.10) ή Συγκλητικές αίθουσες καθώς επίσης έχει παρατηρηθεί να χρησιμεύουν ως τόποι ανακοινώσεων στους οποίους οι εκάστοτε Αυτοκράτορες γνωστοποιούσαν στον λαό τις προθέσεις τους π.χ ομιλία Οκταβιανού στο Γυμνάσιο της Αλεξάνδρειας μετά την νίκη του στην ναυμαχία του Ακτίου (Plut.Ant.80.2).
Η παρακμή του Ελληνικού κλασικού πολιτισμού και η αποσύνθεση της αυτονομίας των πόλεων κρατών είχε ως αποτέλεσμα το πέρασμα των Ελλήνων σε κολεκτιβιστικά καθεστώτα που εκφράστηκαν με την δημιουργία των Ελληνιστικών μοναρχιών από τον 3ο πΧ αιώνα και έπειτα. Σε ένα τέτοιο πολιτιστικό και διοικητικό περιβάλον ήταν αναμενόμενο τα Γυμνάσια (όπως είχε συμβεί αντίστοιχα και με τα θέατρα) να χάσουν τον αρχικό τους παιδαγωγικό χαρακτήρα, να υποβαθμιστούν ως ποιότητες, και να αποκτήσουν μία όλο και αυξανόμενη τάση συσχέτισης με ρηχά θεάματα και φθηνές διασκεδάσεις ανταποκρινόμενα στις απαιτήσεις μίας ποιοτικά φθίνουσας μαζικής κουλτούρας. Ο κλασικός ιδεαλισμός δεν μπορούσε πλέον να έχει θέση σε μία πραγματικότητα που όριζαν μονάρχες αχανών βασιλείων με ετερογενή πολιτιστικό υπόβαθρο, η κατάρευση του ατομοκεντρικού προτύπου που ενσάρκωνε η πόλης κράτος του 5ου αιώνα συμπαρέσυρε και τους θεσμούς που το αναπαρήγαγαν. Η τέχνη της εποχής αντανακλά αυτό ακριβώς το γεγονός, την απογύμνωση του αθλητικού ιδεώδες και τον υποβιβασμό της αθλητικής θρησκευτικότητας προς όφελος του αναδυόμενου στρατιωτικού ρεαλισμού. Στους άμορφους ετερογενείς μισθοφορικούς στρατούς των Ελληνιστικών Βασιλείων δεν είχαν πλέον σημασία τα καλίγραμμα σώματα ή η άσκηση Αρετής, η φυσική γυμνότητα πέρασε στο περιθώριο ως κάτι αναξιοπρεπές και συνδέθηκε με βαρβαρικά έθιμα και κακοποιά στοιχεία. Οι άλλοτε πολίτες –οπλίτες είχαν μεταβληθεί σε απρόσωπα εξαρτήματα, αυτό που κυριαρχούσε δεν ήταν η άμυλα αλλά μία κυνική εργαλειακή αναπλήρωση των κενών θέσεων. Όπως γίνεται αντιληπτό σε αυτές τις βάρβαρες συνθήκες αλληλοεξωντώσεως των Ελλήνων το Γυμνάσιον έπαψε να αποσκοπεί στην δημιουργία ισορροπημένων ελεύθερων πολιτών με συνέπεια να η λειτουργία του να ταυτιστεί με μαζικές διασκεδάσεις και με θεάματα. ακόμη και με μαζικές εκτελέσεις. Σταδιακά ο αθλητισμός έπαψε να θεωρείται Θύραθεν εκπαίδευση, εξοβελίστηκε από το δημόσιο και καλλιτεχνικό βίο έτσι ώστε να φθάσει στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες να συνδεθεί με επαγγελματίες αθλητές και μονομάχους ταπεινής καταγωγής που σκοπός τους ήταν να προσφέρουν θεάματα (αιματηρά και μη ) σε στάδια, αρένες και θέατρα ως μέρος της Αυτοκρατορικής μεγαλοψυχίας. Tην εποχή του φιλοσόφου Ποσειδωνίου του Ρόδιου ( 135-51 π.Χ) στην θέση των άλλοτε γυμνασμένων ακμαίων Εφήβων τώρα είχαν απομείνει μαλθακοί άνδρες παραδομένοι στην τρυφή να αλείφουν ακριβά λάδια ο ένας στον άλλον ( Pos.FgrHist.87F10 (Ath. v. 210 F)). Στα μέσα του 4ου αιώνα τα Γυμνάσια είχαν καταντήσει δημοφιλή στέκια για αργόσχολους, τυχοδιώκτες, νάρκισσους και μέθυσους. Στον Χριστιανικό κόσμο η εκγύμναση έλαβε άλλη έννοια καθαρά πνευματική, ιδεώδης αθλητής τώρα ήταν αυτός που υπερβαίνοντας την σάρκα ακολουθεί το πρότυπο του Χριστού και αντιμάχεται με σθένος τις αμαρτίες.

Εικόνες:
α) Toπογραφικό σκαρίφημα της πόλης της Εφέσου των ύστερων αιώνων (3ος -4ος αιώνας). Η πόλη διέθετε δύο Γυμνάσια και μία Παλαίστρα.Το Γυμνάσιο του Vedius (1), το Γυμνάσιο του Θεάτρου (7) και την συγγενική μεγάλη Παλαίστρα του λιμανιού (1).
β) Τοπογραφικό του οικοδομικού συμπλέγματος του Ρωμαϊκού Γυμνασίου/ λουτρών των Σάρδεων. Άρχισε να χτίζεται το 1ο π.Χ αιώνα για να τελειώσει στα μεσα 2ου αιώνα, η Παλαίστρα θα αποπερατωθεί στα μέσα του 3ου αιώνα λόγω της οικονομικής κρίσης. Στην νότια πλευρά της παλαίστρας το δεύτερο μισό του 3ου αιώνα θα εγκατασταθεί η Συναγωγή της πόλης. Παρόλο τον θρησκευτικό συγκριτισμό της εποχής η γειτνίαση της Συναγωγής με έναν καθαρά ειδωλολατρικό χώρο σίγουρα θα προκαλούσε την δυσφορία των Ραββίνων αφού θα αποτελούσε ακαταμάχητο πόλο έλξης και διαφθοράς των νεαρών Εβραίων.
γ) Το επονομαζόμενο Γυμνάσιον GAUDIN της Αφροδισιάδος στην βόρεια πλευρά του κεντρικού Θεάτρου.
δ) Κάτοψη του συμπλέγματος του Γυμνασίου γ της Πέργης